Η συνεχιζόμενη χιονόπτωση που έκανε απαγορευτική την προγραμματισμένη ανάβαση στην Τριγγία, μας ανάγκασε να βρεθούμε σε πιο χαμηλά υψόμετρα. Η διαδρομή που επιλέξαμε ξεκινούσε από το χωριό Άγιος Ακάκιος, που ανήκει στο δήμο Ιθώμης, νότια από το Φανάρι. Ο πληθυσμός του χωριού είναι 200 άνθρωποι, που τους καλοκαιρινούς μήνες αυξάνεται σημαντικά. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, την κτηνοτροφία τη γεωργία και τις οικοδομικές εργασίες αφού ασκείται ακόμα το παραδοσιακό επάγγελμα των πετράδων κτιστών. Παλιά το χωριό ονομαζόταν Γόλιτσα (από τη σλάβικη λέξη Γούρνα). Η νέα ονομασία δόθηκε το 1927 προς τιμή του Όσιου Ακάκιου του Καυσοκαλυβίτη που κατάγονταν από εδώ. Αυτός σε νεαρή ηλικία μόνασε στη μονή Σουρβίας και αργότερα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους όπου και πέθανε το 1730. Το ξεκίνημά μας έγινε από την πλατεία του Χωριού και με κατεύθυνση που έδειχνε πινακίδα προς τη σπηλιά του Όσιου Ακάκιου και τους καταρράκτες. Ο σύντομος και κατηφορικός δρόμος μας έβγαλε στους πρώτους καταρράκτες όπου θαυμάσαμε το φυσικό τοπίο. Προχωρώντας λίγα μέτρα συναντήσαμε το Βυζαντινό ναό του Αγίου Νικολάου (14ος αιώνας). Ανηφορίζοντας τώρα νότια σε πλακόστρωτο μονοπάτι περάσαμε τη μικρή σπηλιά όπου διαμορφώθηκε θρησκευτικός χώρος με τη σκήτη του Αγίου Ακάκιου. Συνεχίζοντας μέσα από δύσβατο πέρασμα ανεβήκαμε σε δεύτερο διάζωμα όπου σχηματίζονται άλλοι καταρράκτες με γάργαρα νερά. Από εκεί ανεβήκαμε σε μεγαλύτερο διάζωμα που παλιότερα καλλιεργούνταν και θα απέδιδε αρκετό εισόδημα στους ντόπιους, αφού στο μέσον περνάει όλο το νερό που βγαίνει λίγο πιο πάνω και καταλήγει στους καταρράκτες και ση συνέχεια ενώνεται με άλλα ρέματα για να σχηματιστεί ο ποταμός Μέγας ή Νέδας. Από εδώ και πέρα η πορεία ήταν σαφής. Το ανηφορικό μονοπάτι μας οδήγησε κοντά σε μεγάλο μαντρί με φύλακες έξι άγρια σκυλιά που μας ανάγκασαν να αλλάξουμε λίγο την πορεία μας. Βλέποντας καθαρά την κορυφή συνεχίσαμε νοτιοδυτικά περνώντας κοντά από αρκετά μαντριά. Για λίγο βγήκαμε σε ξέφωτο από όπου φαίνονταν καθαρά ο κάμπος της Θεσσαλίας. Συνεχίζοντας μέσα από πυκνό δάσος βελανιδιάς φτάσαμε στην κορυφή Τσάμπουρο σε μιάμιση ώρα. Μπροστά μας είχαμε κάτι καινούργιο. Απέναντί μας το Μορφοβούνι σκαρφαλωμένο στα 800 μέτρα, σε μια όμορφη πλαγιά. Είναι το χωριό από όπου κατάγονταν ο Πλαστήρας. Η χαμηλή θερμοκρασία και το επερχόμενο κύμα κακοκαιρίας που έρχονταν από τα ψηλά βουνά των Αγράφων μας ανάγκασαν να επιστρέψουμε γρήγορα στον Άγιο Ακάκιο. |