Στην εποχή της έξαρσης του μοναχισμού, υπήρχαν στην ευρύτερη περιοχή των Μετεώρων είκοσι τέσσερα μοναστήρια. Γαντζωμένα πάνω στα βράχια ή μέσα σε κοιλώματα, θέσεις οχυρωμένες από τη φύση, αποτέλεσαν μια ολόκληρη μοναστική πολιτεία, ένα δεύτερο Άγιον Όρος στην καρδιά του θεσσαλικού κάμπου.
Σήμερα, εκτός από τα γνωστά έξι μοναστήρια που είναι σε λειτουργία, υπάρχουν τα ερείπια των υπολοίπων ή κάποια επί μέρους τμήματά τους που σώθηκαν ή συντηρήθηκαν. Από αυτά, το πλέον άγνωστο και απόμερο είναι το μοναστήρι της Παλιοπαναγιάς. Χτισμένο στο κοίλωμα ενός βράχου, απομένει σήμερα ένα μικρό εκκλησάκι και κάποιες τοιχογραφίες του 17ου αιώνα. Γύρω του φυτρώνουν βελανιδιές, τμήμα του μεγάλου δάσους βελανιδιάς της Βλαχάβας, από την οποία απέχει 7 χλμ δύσβατου χωματόδρομου.
Σ’ ένα μικρό διάλειμμα των βροχερών μας ημερών, την περασμένη Κυριακή αναζητήσαμε τα ίχνη του από την πλευρά της Ασπροκκλησιάς. Δασόδρομοι ζώνουν την ορεινή περιοχή, χωρίς καμία ένδειξη, άγνωστοι και στους πιο ενημερωμένους χάρτες. Γνωστοί μόνο στους ντόπιους και σε κάποιους κυνηγούς ίσως. Άλλη μια ένδειξη της αδιαφορίας των τοπικών αρχών για υπεύθυνη ενημέρωση κάθε ενδιαφερόμενου.
Πρόσφατα τοποθετήθηκε ταμπέλα στην άκρη του δρόμου κοντά στο Ψήλωμα που δείχνει το δρόμο για το παρακείμενο γεφύρι του Ψείρα, ένα θαυμάσιο δείγμα της λαϊκής μας αρχιτεκτονικής. Φτιάχτηκε το 1790 με χρήματα που διέθεσε ο Γιάννης Ψείρας, κλεφταρματωλός των Αντιχασίων. Μονότοξο, με ένα ανακουφιστικό άνοιγμα, γεφυρώνει τις όχθες του Μύκανη ή Μουργκάνη ή Ίωνα σύμφωνα με την αρχαία ονομασία του. Το ποτάμι που πηγάζει από την περιοχή του Λογγά συγκεντρώνει τα ρέματα της Αχελινάδας, του Μαυρελίου και του Φωτεινού, καθώς και πλήθους άλλων εποχιακών πηγών.
Στεκόμαστε πάνω από την ύψους έξι μέτρων κάμαρα του γεφυριού κοιτάζοντας τα νερά που κυλούν αφρίζοντας κάτω από τα πόδια μας. Καμία σχέση με το αξιοθρήνητο ρέμα του καλοκαιριού. Τώρα τρέχει βουίζοντας να συναντήσει το μεγάλο αδελφό του Πηνειό.
Αφού περάσουμε απέναντι στρίβουμε δεξιά και στην επόμενη στροφή αριστερά ακολουθώντας χωματόδρομο που οδηγεί στη Βλαχάβα. Φτάνοντας στο ψηλότερο σημείο του τον αφήνουμε για να κινηθούμε δυτικότερα, κατεβαίνοντας προς το ρέμα. Όλη η περιοχή είναι σκεπασμένη με το χιόνι της προηγούμενης μέρας. Ξεχωρίζουν οι καστανές συστάδες βελανιδιάς που κρατά ακόμη τα ξερά φύλλα της. Στενή η κοίτη του ρέματος που κυλά ορμητικά, μας προβληματίζει η διάσχισή του. Έτσι αναγκαζόμαστε να στήσουμε αυτοσχέδια γέφυρα από πεσμένους κορμούς δέντρων για να περάσουμε απέναντι στεγνοί (ή σχεδόν στεγνοί).
Βγαίνοντας στο διάσελο συναντάμε ένα όμορφο μονοπάτι με νότια κατεύθυνση. Μάλλον είναι αυτό που απεικονίζει ο χάρτης μας. Κινείται κάτω από εντυπωσιακούς βραχώδεις σχηματισμούς, κατηφορίζοντας παράλληλα με το ρέμα Μπουλτής. Μικροί καταρράκτες ξεκινούν από τις κορφές των βράχων που πρασίνισαν από τις πολλές βροχές. Ο ήχος τους ενώνεται με αυτόν του ποταμού.
Βγαίνοντας σε μικρό ξέφωτο διακρίνουμε το μικρό άσπρο εκκλησάκι σκαρφαλωμένο στο πλάι του βράχου, κρυμμένο πίσω από τη βλάστηση. Σκαλιά στο βράχο σκαλισμένα, γλιστερά από την υγρασία οδηγούν μέχρι εκεί. Ευτυχώς υπάρχει μια σιδερένια κουπαστή για μας ασφαλίζει. Περνώντας κάτω από μια κουρτίνα νερού βρίσκουμε καταφύγιο στο κοίλωμα έξω από το ναό. Μια σύντομη ξεκούραση και επιστροφή από το δασόδρομο που ανηφορίζει, έχοντας το ρέμα στα δεξιά του. Από εδώ η διαδρομή είναι σχετικά σύντομη μέχρι το σημείο εκκίνησης.