Επαναλαμβάνοντας τη διάσχιση κατά μήκος του μονοπατιού που ενώνει το Κακοπλεύρι με τον Ξηρόκαμπο την προηγούμενη Κυριακή, είχαμε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε καλύτερα τη σπουδαιότητά του από βοτανική άποψη. Βρισκόμαστε στην κορύφωση της άνοιξης και στην ορεινή – ημιορεινή ζώνη έχουν ανθίσει τα πάντα, ενώ οι ήπιες θερμοκρασίες και οι παρατεταμένες βροχοπτώσεις τα διατηρούν φρέσκα.
Ξεκινώντας από τα 850 μέτρα του Κακοπλευρίου (χωρίς ταμπέλα για την αρχή του μονοπατιού δυστυχώς) μπαίνουμε σε δάσος όπου κυριαρχεί η Μαύρη Πεύκη (Pinus nigra). Εντυπωσιακά δέντρα, νέα τα περισσότερα, εναλλάσσονται με Φυλλοβόλους Δρυς και θάμνους όπου κυριαρχεί το Πυξάρι (Buxus sempervirens). Κατά τόπους συναντάμε Λαγομηλιές (Ruscus aculatus) με κόκκινους στρογγυλούς καρπούς και Θρούμπη (Saturega thymbra).
ΟΙ πλαγιές κατακλύζονται από αγριολούλουδα με νωπές πάνω τους σταγόνες βροχής. Κίτρινες, κλειστές ακόμα Τουλίπες (Tulipa australis), Κενταύριες, Λάθυροι και Αγριοκρέμμυδα (Muscari commutatum). Τον τόνο του λευκού δίνουν οι Ίμπερες (Iberis sempervirens) και μικρά Ορνιθόγαλα (Ornithogalum nanum). Σκυφτές Φριτιλάριες (Fritillaria messanensis) και κίτρινοι γυαλιστεροί Ρανούνκουλοι (Ranunculus sartorium). Αγριοτριφύλλι (Lotus corniculatus) και Αγριοσέλινο (Smyrnium rotundifolium), λευκές και κόκκινες Ορχιδέες. Μια μοναδική ποικιλία που συναντάμε σε εδάφη σερπεντινικά, όπως αυτά των κορυφών γύρω από τη Βάλια Κάλντα. Και για τους ειδήμονες στα μανιτάρια φρέσκες κάτασπρες Καλβάτιες (Calvatia sp.) με γεύση βουτύρου – ένα ευπρόσδεκτο έδεσμα.
Μετά από μισής ώρας διαδρομή φτάνουμε σε διάσελο και η ομίχλη έχει πυκνώσει. Πάντα χωρίς σήμανση, κινούμαστε βορειότερα, μέχρι το καταφύγιο. Είναι ένα ξύλινο οίκημα, κλειστό προς το παρόν. Από εδώ αρχίζει το ομορφότερο κομμάτι της διαδρομής καθώς μπαίνουμε σε εντυπωσιακό φαράγγι.
Απέναντί μας οι ψηλότερες κορφές των Χασίων (Κράτσοβο -1564 μέτρα). Κατηφορίζοντας στην κοίτη του, τα πεύκα υποχωρούν και τη θέση τους παίρνουν δέντρα φυλλοβόλα. Συστάδες Γάβρου (Carpinus orientalis) και Οστρυάς (Ostrya carpinofolia) με λαμπερή πράσινη φυλλωσιά. Συναντάμε μεμονωμένα Πλατάνια (Platanus orientalis) και Αγριοκουμαριές (Arbutus adrachne) με λείους καφεκκόκινους κορμούς. Στις καταπράσινες πλαγιές ξεπηδούν μωβ Πικραλίδες (Crepis rubra) και Ανεμώνες (Anemona pavonina). Στο έδαφος σέρνονται τα μπλε άνθη της Βίγκας (Vinca herbacea) και δίπλα στο ρέμα κίτρινες Πρίμουλες (Primula vulgaris). και σαρκοφάγα Pinguicula hirtiflora που παγιδεύει στα κολλώδη φύλλα της μικρά έντομα.
Καταρράκτες ξεφυτρώνουν από παντού αφρίζοντας πάνω σε μαύρα βράχια για να καταλήξουν στο ποτάμι. Τον Οκτώβριο η ροή του ήταν περιορισμένη και δεν δημιουργούσε ιδιαίτερο πρόβλημα. Τώρα όμως τα νερά του είναι ορμητικά και πέρασμα ασφαλές δεν υπάρχει. Ελαφρά βρεγμένοι περνάμε απέναντι, χωρίς να υπολογίσουμε ότι θα πρέπει να το ξαναπεράσουμε άλλες τέσσερις φορές.
Το φαράγγι στενεύει συνεχώς και βαθαίνει. Ψηλά πάνω από τα κεφάλια μας υψώνονται σκούρα καφετιά τα τοιχώματά του. Ένας τεράστιος καταρράκτης κρέμεται στο χείλος του. Είμαστε στο εντυπωσιακότερο σημείο του φαραγγιού και δεν βρίσκουμε λόγια να περιγράψουμε τις εντυπώσεις μας. Είναι ένα μνημείο της φύσης και έτσι πρέπει να παραμείνει.
Κατεβαίνουμε στην κοίτη του ποταμού, όσοι είναι ήδη μούσκεμα περνούν απέναντι φορώντας τα παπούτσια με το νερό μέχρι τα γόνατα, ενώ οι υπόλοιποι μπαίνουμε ξυπόλητοι στο παγωμένο νερό που όμως δρα αναζωογονητικά μετά την πολύωρη πεζοπορία.
Από εδώ και πέρα το φαράγγι ανοίγει και στην έξοδο φαίνεται ήδη ο Ξηρόκαμπος. Ήταν μια απίστευτα όμορφη και ενδιαφέρουσα πορεία την οποία σύντομα θα επαναλάβουμε.