< <

Αγναντιά – Διάκος

Οι ορεινές και ημιορεινές περιοχές της χώρας μας είναι γεμάτες από χαλάσματα εγκαταλειμμένων χωριών και οικισμών. Ακολουθώντας τις στράτες των βουνών συχνά έχουμε την ευκαιρία να συναντάμε μνήμες του παρελθόντος: μια παλιά στάνη, τέσσερις τοίχους χωρίς σκεπή, αυλές χορταριασμένες. Πόσο γρήγορα περνά ο καιρός, πόσο βιάζεται η φύση να σκεπάσει τα βήματα του ανθρώπου, να σβήσει κάθε ίχνος της παρουσίας του.

Έχοντας μια ιδιαίτερη ευαισθησία σε ότι παλιό ο χρόνος καταπίνει, πολλές φορές επιχειρούμε να προσεγγίσουμε έρημα χωριά μέσα από μονοπάτια ξεχασμένα.

Η πρόσφατη πεζοπορία μας είχε σαν στόχο την επίσκεψη στο χωριό Διάκος με αφετηρία την Αγναντιά, ένα από τα τελευταία χωριά του νομού μας στα σύνορα με αυτόν των Γρεβενών. Αμφιθεατρικά χτισμένη στις δασοσκέπαστες πλαγιές της Τζουμανάλτας σε υψόμετρο 750 μέτρων, είναι ένα μεγάλο και ζωντανό χωριό που το καλοκαίρι ο πληθυσμός του (γεωργοκτηνοτροφικός κατά βάση) φτάνει τα 1200 άτομα. Ακριβώς απέναντί μας ο οικισμός των Σταγιάδων, διακρίνεται καθαρά το πασίγνωστο μοναστήρι.

Οι ντόπιοι, πρόθυμοι να μας καθοδηγήσουν, λίγο μας διαφωτίζουν αφού όπως αποδείχτηκε οι δασόδρομοι είναι τόσο δαιδαλώδεις που δύσκολα μπορούσαμε να προσανατολιστούμε. Γενικά ήταν μια κουραστική πορεία με συνεχές ανεβοκατέβασμα σε ράχες και ρέματα, κάτω από έναν αέρα μανιασμένο και τη συνεχή απειλή της βροχής.

Τελικά, μετά από τρίωρη πορεία και αφού είχαμε πλέον απελπιστεί, ξεπρόβαλλε στα δεξιά μας η εκκλησία και κάποια χαλάσματα. Φτάνοντας στο υπόστεγο του ναού, η βροχή δυνάμωσε για τα καλά. Μπόρα ανοιξιάτικη, που έτσι όπως ξαφνικά έπιασε, έτσι και σταμάτησε δίνοντας τη θέση της στον ήλιο. Φωτίστηκαν τα πεσμένα ντουβάρια των πέτρινων σπιτιών και οι παπαρούνες στις αυλές. Λίγο πιο πάνω στην πλαγιά, ένα επιβλητικό ερείπιο κατοπτεύει το χώρο. Χαράγματα πάνω στης γης τη φλούδα είναι τα δημιουργήματά μας, προσωρινές πληγές που γρήγορα επουλώνονται μετά την αποχώρησή μας. Και πάντα, σε κάθε έρημο χωριό μένει μια εκκλησία που οι άνθρωποι δεν ξεχνούν να φροντίζουν, τιμή στη μνήμη έζησαν κάποτε εκεί.

Περασμένο μεσημέρι πλέον παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής κάτω από τη συνεχή εναλλαγή του ήλιου με το ψιλόβροχο.

Have your say