Ακολουθώντας το δρόμο Μουζάκι – Πευκόφυτο, μετά το διάσελο του Αγίου Νικολάου μπορεί κανείς να πάρει τη διακλάδωση για Πετρίλο και να φτάσει μέχρι το Καρπενήσι, ή τη διακλάδωση για Βλάσι, το τελευταίο χωριό στο οποίο φτάνει η άσφαλτος. Από εδώ και πέρα ένας μέτριας βατότητας χωματόδρομος διασχίζει την περιοχή της ανατολικής Αργιθέας με διακλαδώσεις για τα χωριά Δροσάτο, Κουμπουριανά, Λεοντίτο, Φουντωτό και διάφορους οικισμούς, κατά μήκος ενός φαραγγιού που συγκεντρώνει τα νερά του ορεινού όγκου της Καράβας.
Στο ύψος της γέφυρας Σπυρέλου ο δρόμος συνοδεύει τη ροή του Πετριλιώτικου ρέματος που αναζωογονημένο από τα άφθονα φετινά χιόνια συναγωνίζεται το βουητό της μηχανής του αυτοκινήτου. Κατά τόπους, μικροί καταρράκτες μεταφέρουν νερά και πέτρες κάνοντας προβληματική τη διέλευση. Στη συνέχεια η στράτα ανηφορίζει περνώντας κάτω από το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας της Σπηλιώτισας μέχρι τη Στεφανιάδα, ένα χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 930 μέτρα που ανήκει στην κοινότητα Αθαμάνων του νομού Καρδίτσας. Έχει 18 μόνιμους κατοίκους, κτηνοτρόφους κατά κύριο λόγο, που το καλοκαίρι αυξάνονται σε 300. Έξω από το χωριό, εντυπωσιακή προβάλλει η ομώνυμη λίμνη που δημιουργήθηκε το 1963 αφού μια κατολίσθηση του βουνού έφραξε τη ροή του ρέματος. Έχει επιφάνεια 175 στρέμματα και όμορφα βαθυπράσινα νερά που καθρεφτίζουν τις γύρω κορυφές. Δεξιά πάνω από το χωριό υψώνεται στα 1894 μέτρα το Γαλάτσι, ένα από τα λιγότερο γνωστά βουνά των Αγράφων, στόχος της τελευταίας μας ανάβασης.
Αφήνοντας τα αυτοκίνητά μας στην αρχή του δάσους, πεζοπορούμε στο χωματόδρομο μετρώντας τα σημάδια του χειμώνα: Τα δέντρα που κατέρρευσαν στο βάρος του χιονιού, τα διάσπαρτα βράχια που ξεκόλλησαν, τις κατολισθήσεις, τα νεροφαγώματα. Μόνο το κελάηδισμα των πουλιών ακούγεται στο πυκνό δάσος και ο ήχος των βημάτων μας. Σε λίγο οι τσοπάνηδες θα ανεβάσουν τα πρόβατά τους στα μαντριά και ο χώρος θα γεμίσει από τους ήχους τους.
Αφήνοντας το δρόμο ακολουθούμε το μονοπάτι που ανηφορίζει απότομα δίπλα στο φαράγγι. Σε κάθε πνοή του ανέμου σύννεφο σηκώνεται η γύρη των ελάτων, καλύπτοντάς μας. Εκεί που το δάσος τελειώνει συναντάμε τα τελευταία υπολείμματα του χιονιού. Και εκεί που λιώνει το χιόνι, συστάδες μοβ κρόκων παίρνουν τη θέση του. Διάφανα, λεπτεπίλεπτα άνθη που ζουν για λίγο, όσο κρατά η υγρασία του χιονιού.
Μετά από 2.30′ συνολικής πορείας φτάνουμε στο διάσελο της κορυφογραμμής. Δεξιά μας το Ντελιδήμι και η Φτέρη, με τις χαράδρες τους να αστράφτουν λευκές στον ήλιο. Αριστερά κάτω από τα πόδια μας ο Αχελώος ράθυμα κυλά τα γαλαζωπά νερά του. Πατάμε σ’ ένα πράσινο χαλί κεντημένο με άπειρα λουλούδια όλων των χρωμάτων. Εδώ, ο ύπνος επιβάλλεται. Και η ώρα που περνά δεν έχει καμιά σημασία τούτη την εποχή που ο ήλιος μόνιμα θαρρείς μεσουρανεί.